ποντομέδων

ποντομέδων
ποντο-μέδων, οντος, ,
A lord of the sea, of Poseidon, Pi.O.6.103, A.Th.131 (lyr.), E.Hipp.743 (lyr.), Ar.V.1532, IG12.706;

σεισίχθονα π. Hes.

(?) in PMich.11.17; of Priapus, AP10.16 (Theaet.):—heterocl. gen., ποντομέδοιο Ποσειδάωνος Orac. ap. St.Byz.s.v. Τρινακρία.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ποντομέδων — lord of the sea masc nom/voc sg ποντομέδων lord of the sea masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποντομέδων — οντος, ὁ, ετερόκλ. γεν. ποντομέδοιο, Α (ιδίως για τον Ποσειδώνα) ο άρχοντας τής θάλασσας. [ΕΤΥΜΟΛ. < πόντος + μέδων «κυρίαρχος, κύριος» (πρβλ. θαλασσο μέδων, λαο μέδων)] …   Dictionary of Greek

  • ποντομέδοντα — ποντομέδων lord of the sea masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποντομέδοντι — ποντομέδων lord of the sea masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποντομέδοντος — ποντομέδων lord of the sea masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποντόμεδον — ποντομέδων lord of the sea masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πόντος — Επαρχία της Μικράς Ασίας, στο βόρειο τμήμα της Τουρκίας. Στα Β βρέχεται από τον Εύξεινο Πόντο, ενώ στα Α ορίζεται από την Κολχίδα, στα Δ από την Παφλαγονία και στα Ν από την Καππαδοκία. Ο Π. πήρε το όνομα αυτό και έγινε σημαντικός μόνο κατά τους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”